Χρόνος κυνηγός. Ανελέητος.
Κι άλλες πάλι χρόνος χωρίς χρόνο, σταματά.
Χρόνος άχρονος κι η νύχτα μεγάλη, παρακαλάς να περάσει.
10 και 40 το βράδυ.
Ένα ταξίδι με νότες. Ακουστικά στ’ αυτιά μάτια κλειστά. Ένα ταξίδι ακόμα κι η νύχτα θα περάσει.
Ένα ταξίδι με λέξεις κι η νύχτα θα περάσει.
Πάντα είχα πρόβλημα τη νύχτα, θυμάμαι. Κουκουλωνόμουν ως τ’ αυτιά με το σεντόνι. Ως τ’ αυτιά κι η πλάτη συχνά ανατρίχιαζε από ένα φόβο ακαθόριστο. Ίσως έλειπε το χάδι της μητέρας επάνω της. Όσα και να μου έδωσε ποτέ δε φάνηκαν να μου φτάνουν. Ακόμα και τώρα τα ζητώ.
Πάντα είχα πρόβλημα με τη νύχτα. Σήμερα παράξενο
10 και 47 και τώρα που γράφω ο χρόνος σα να περνά πιο γρήγορα. Οι λέξεις θα φταίνε. Πάντα μάγισσες τις θεωρούσα. Σα να ’χει απαλύνει ο πόνος μέσα μου. Ποιος πόνος θα μου πείτε. Πάντα υπάρχει ένα είδος πόνου μέσα μας κι οι λέξεις πάντα είχαν μια θεραπευτική ικανότητα. Οι λέξεις αυτές που πρωτύτερα αποτελούσαν ένα μεγάλο κουβάρι στο μυαλό και τώρα μοιάζουν σα να ξεμπερδεύουν κάτω από τα δάκτυλα, πάνω στο πληκτρολόγιο, πάνω στη λευκή σελίδα της ανάρτησης στο blog μου.
Εφηβεία. Λευκή σελίδα ημερολογίου. Τι να απόγινε άραγε αυτό μου το ημερολόγιο. Δε θυμάμαι να το βρήκα ποτέ.
11 ακριβώς. Στη μέση ενός μουσικού ταξιδιού με νότες και σκέψεις ανάκατες. Σκέψεις που προσπαθείς να μετουσιώσεις σε λέξεις. Τι μαγεία κι αυτό! Η απόλυτη μετουσίωση. Η λέξη – σκέψη, η λέξη – συναίσθημα, η λέξη- πόνος, η λέξη- χαρά, η λέξη- χαμόγελο. Ένα χαμόγελο πλατύ ως τα αυτιά. Πέντε λεπτά μετά τις 11 το βράδυ.
Είναι δυνατόν; Είναι; Μια μικρή μικρούλα στιγμή να κολλήσει ένα αιώνιο, θαρρείς, χαμόγελο στα χείλη; Γίνεται; Μια μονάχα στιγμή κι όλες οι λέξεις φαίνονται φτωχές. Θαρρείς κι όποια κι αν πάρεις δε θα μπορέσεις να μετουσιώσεις το συναίσθημά της μικρούλας αυτής στιγμής.
Σαν να φοβάσαι μην τη χαλάσεις και ξεκολλήσει κι αυτό ακόμα το χαμόγελο.
Μια μικρή μικρούλα στιγμή σ’ αυτό το χρόνο τον άχρονο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου