Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022

Οι πριγκίπισσες





Μία φορά κι έναν καιρό καταμεσής του χειμώνα, ανατολή των αιώνων κι απαρχή του κόσμου σ’ ένα παλάτι που όμοιο δεν είχαν δει μάτια ποτές, γεννήθηκαν δυο δίδυμες πριγκίπισσες.

Μία με μάτια μαύρα, μαύρα μαλλιά και με σταρένιο δέρμα. Μία με μάτια γαλανά, ξανθά μαλλιά και με δέρμα λευκό ωσάν το γάλα. Από την πρώτη τη στιγμή όλοι το ήξεραν. Η μια πριγκίπισσα δεν ζούσε δίχως την άλλη.

Στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού τρεις ημέρες μετά τη γέννηση στήθηκε γιορτή μεγάλη για να φέρουν οι υπήκοοι δώρα στις δίδυμες πριγκίπισσες. Το ξέρετε, θαρρώ, πως από τούτη τη γιορτή δεν ήταν δυνατόν να λείπουνε οι Μοίρες.

Ήρθανε όλες να μοιράνουν τις δυο αχώριστες μικρές που από τη γέννηση, κατά πως λένε, κρατούσε αγκαλιά η μια την άλλη. Υγεία, αγάπη, ομορφιά, υπομονή, επιμονή, γενναιοδωρία, θάρρος ήταν κάποια από τα δώρα που εκάναν στις μικρές. Όμως λιγάκι πριν να φύγουνε γυρνά η Μοίρα η μικρότερη, κοιτά τις δυο πριγκίπισσες που ήταν αγκαλιά σαν ένα και λέει:

-                    Από σήμερα θα ζείτε χωριστά. Θα θέλετε τα αντίθετα. Θα είστε η μέρα με τη νύχτα. Γύρω σας θα δημιουργηθούν βασίλεια πολλά που θα ’χουν άλλα πόλεμο κι άλλα ειρήνη. Κι αυτό ώσπου να συναντήσετε ξανά τη λέξη που σήμερα θα ξεχάσετε. Τη λέξη Αγάπη.

Κι έγινε έτσι. Από τη μέρα εκείνη οι πριγκίπισσες εζούσαν χωριστά. Στα μαύρα η μια στ’ άσπρα η άλλη. Η μια βουτούσε σε θολά νερά πόνου και αδικίας κι η άλλη σε νερά καθάρια καλοσύνης. Μαζί ποτέ δεν τις αφήνανε. Μήτε να αγγιχτούνε. Φοβόνταν όλοι τους, μαθές, τα όσα είπε η Μοίρα.

Βασίλεια γίνανε πολλά γύρω απ’ τις δύο κόρες. Κι ύστερα πόλεμοι, σφαγές, αίμα πολύ, αδικία. Κράτησε τούτο χρόνους πολλούς κι άλλους τόσους αιώνες μιας κι οι πριγκίπισσες το ξέχασα να σας το πω αθάνατες πως ήταν.

Το τέλος δεν το έμαθα ποτέ. Θαρρώ δεν ήρθε ακόμη. Ένα γνωρίζω. Πως αν κι αθάνατες δεν ζουν. Μα ένα άγγιγμα αρκεί για να ενωθούν να ζήσουν πάλι...

 

© Δέσποινα Αυγουστινάκη

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου